Перевод: с русского на все языки

со всех языков на русский

Πουέρτο Ρίκο το '

См. также в других словарях:

  • Πουέρτο Ρίκο ή Πόρτο Ρίκο — Νησί της Κεντρικής Αμερικής στις Μεγάλες Αντίλλες, που βρέχεται από τον Ατλαντικό ωκεανό στα Β και από την Καραϊβική θάλασσα στα Ν· στα Δ χωρίζεται από τα νησιά Ισπανιόλα (ή Αϊτή) μέσω της Διόδου Μόνα (ή διώρυγας της Μόνα).Έχει έκταση 9.103 τ.… …   Dictionary of Greek

  • Σαν Χουάν — (San Juan Bautista de Puerto Rico). Πόλη (820 442 κάτ.), πρωτεύουσα του Πουέρτο Ρίκο. Βρίσκεται στο βορειοανατολικό τμήμα του μεγάλου αμερικανικού νησιού, κατά ένα μέρος σ’ ένα κοραλλιογενές νησί και κατά ένα μέρος κατά μήκος της ακτής. Η πόλη,… …   Dictionary of Greek

  • Δομινικανή Δημοκρατία — Επίσημη ονομασία: Δομινικανή Δημοκρατία Έκταση: 48.730 τ. χλμ Πληθυσμός: 8.721.594 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Σάντο Ντομίνγκο (2.061.302 κάτ. το 2001)Κράτος της Καραϊβικής θάλασσας, στην Κεντρική Αμερική, που καταλαμβάνει το ανατολικό τμήμα του… …   Dictionary of Greek

  • Αμερική — I (America) Μία από τις πέντε ηπείρους του πλανήτη μας· γεωγραφικά χωρίζεται σε τρία τμήματα, τη Βόρεια Α., την Κεντρική Α. (μαζί με τα νησιά της Καραϊβικής θάλασσας) και τη Νότια ή Λατινική Α. Πολιτικά, τα τελευταία χρόνια έχει επικρατήσει η… …   Dictionary of Greek

  • ραδιοτηλεσκόπιο — Ηλεκτρονική διάταξη που χρησιμοποιείται για τη μελέτη και τον εντοπισμό γαλαξιακών και αστρικών ραδιοπηγών, οι οποίες εκπέμπουν, με μορφή θορύβου, ηλεκτρομαγνητικά κύματα με μήκη κύματος μεταξύ 1 χιλιοστού και περίπου 30 μ.· χρησιμεύει ακόμα για… …   Dictionary of Greek

  • Κούβα — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Κούβας Έκταση: 110.860 τ. χλμ. Πληθυσμός: 11.243.400 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Αβάνα (2.181.500 κάτ. το 2001)Νησιωτικό κράτος της Καραϊβικής θάλασσας, στην Κεντρική Αμερική, μεταξύ του κόλπου του Μεξικού και της… …   Dictionary of Greek

  • Χιμένεθ, Χουάν Ραμόν — (Jimιnez, Μογκέρ 1881 – Σαν Χουάν δε Πουέρτο Ρίκο 1958). Ισπανός ποιητής. Εγκαινίασε μαζί με τον Αντόνιο Ματσάδο τη μεγάλη εποχή της ισπανικής ποίησης του 20ού αι. Ανδαλουσιανός στην καταγωγή και στην ευαισθησία, ύστερα από μερικά ταξίδια στη… …   Dictionary of Greek

  • Ceremonia de apertura de los Juegos Olímpicos de Atenas 2004 — Saltar a navegación, búsqueda Ceremonia de Apertura de los Juegos Olímpicos de Atenas 2004 La Ceremonia de Apertura de los XXVIII Juegos Olímpicos se celebró el 13 de agosto de 2004, en el Estadio Olí …   Wikipedia Español

  • δουλεία — Κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο δούλος, δηλαδή ένα πρόσωπο που έχει στερηθεί την ελευθερία του, ο οποίος θεωρείται, από voμική άποψη, ως ατομική ιδιοκτησία και συνεπώς εξαρτάται από τη θέληση και την αυθαιρεσία του κυρίου του. Ιστορικά η δ.… …   Dictionary of Greek

  • αλιθήριο — (halitherium). Επιστημονική ονομασία γένους υδρόβιων ζώων που έχει εκλείψει. Ανήκε στην οικογένεια των σειρηνοειδών αλικοριδών. Έζησαν στη διάρκεια της τριτογενούς περιόδου έως τη μειόκαινο υποπερίοδο και από τα απολιθωμένα λείψανά τους… …   Dictionary of Greek

  • απόσταγμα, οινοπνευματούχο — Ποτό με μεγάλη περιεκτικότητα σε οινόπνευμα που λαμβάνεται με απόσταξη από άλλο υγρό, το οποίο περιέχει οινόπνευμα σε αρκετά μικρότερη αναλογία. Από το κρασί, π.χ., που περιέχει οινόπνευμα σε αναλογία από 10% έως 14%, εξάγονται ο.α. όπως το… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»